Η λέξις "Ράμφος" προέρχεται εκ της ορνιθολογικής ορολογίας, και χρησιμοποιείται μεταφορικώς εις την αυτοκινητικήν τοιαύτην, ίνα προσδιορίσει την εμπροσθίαν απόληξιν του θόλου επί της μετώπης του αυτοκινήτου (βλ.σχετ. [Θόλος], [Μετώπη] ).
Τα ράμφη είναι πάντοτε δύο, δεξιόν και αριστερόν, και ευρίσκονται εκατέρωθεν του κινητήρος του αυτοκινήτου, κάτωθεν του καπώ αυτού.
Το υποκοριστικόν της λέξεως "Ράμφος", ήτοι το "Ραμφάκι", χρησιμοποιείται συχνάκις εις περιπτώσεις κατά τας οποίας υφίσταται ανάγκη όπως περιγραφεί φάπα μικράς εκτάσεως (βλ.σχετ. [Φάπα] ), ήτις εδημιούργησε μεγάλας ζημίας εις την μετώπην (ήτις αντικατεστάθη), πλήν όμως μικράς (ζημίας) επί του ράμφους όπισθεν αυτής.
Αποσπάσματα από "Το Λεξικόν της Ορολογίας του Αυτοκινήτου"