20/2/09

Autolexicon: Τράβηγμα

Εκ του ρήματος "Τραβάω", το οποίον λαμβάνει διττήν σημασίαν εις την ορολογίαν του αυτοκινήτου:

Α/ Ρυμουλκώ (Ετερον αυτοκίνητον, Τροχόσπιτον, Μπαγκαζιέραν, Βάρκαν, κλπ)

Β/ Τεντώνω

Εις την περίπτωσιν Β, "Τράβηγμα" (σημ: Τέντωμα) ονομάζεται η διαδικασία επιμηκύνσεως αυτοκινήτου, ήτις έχει σκοπόν όπως επαναφέρει το αρχικόν μήκος, το οποίον έχει μειωθεί συνεπεία σφοδρού τρακαρίσματος.
Ομοίως "Τράβηγμα" ονομάζεται και η διαδικασία διαπλατύνσεως αυτοκινήτου, του οποίου το πλάτος έχει μειωθεί ομοιοτρόπως.
Αι εργασίαι τραβήγματος πραγματοποιούνται συνήθως επί καλίμπρας (βλ.σχετ. [Καλίμπρα] ), αν και υπάρχει δυνατότης όπως πραγματοποιηθώσιν διά της πρέσσας, εις περίπτωσιν κατά την οποίαν η μείωσις των διαστάσεων του αυτοκινήτου είναι μικρή ποσοστιαίως.

Ford Escort δεκαετίας `80, χρήζον τραβήγματος, το οποίον όμως δεν συμφέρει, και ούτως εγκατελείφθη κάτω από έναν ευκάλυπτον.

Αποσπάσματα από "Το Λεξικόν της Ορολογίας του Αυτοκινήτου"