Υπάρχει και μία θεωρία που λέει ότι τα αυτοκίνητα που σε ενθουσιάζουν με την πρώτη ματιά, μπορεί να τα βαρεθείς σύντομα. Αυτό έχει να κάνει συνήθως με τις σχεδιαστικές υπερβολές, οι οποίες τραβάνε το μάτι αρχικά, αλλά μετά από λίγο καταλήγουν στα αζήτητα, όπως συνήθως οι υπερβολές.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στη μουσική γενικά, αλλά υπάρχουν και κομμάτια που όσο περισσότερο τα ακούς, τόσο περισσότερο σου αρέσουν: Κάπως έτσι είναι το Fiat 500...
Μετά από μία εβδομάδα ζωής μαζί του, και κάτι λιγότερο από 1.000 χλμ, άνετα το βλέπεις ότι αυτό το αυτοκίνητο δεν θα προκύψει βαρετό εύκολα, ακόμα και σε κόσμο που βαριέται γρήγορα, και αλλάζει συχνά αυτοκίνητα (διατί να το κρύψωμεν άλλωστε...).
Μετά από όλα τα γνωστά, συνηθισμένα, ανέμπνευστα, βαρετά, γκρί, γκριζόμαυρα, κατάμαυρα εσωτερικά, που είναι όλα ίδια προσπαθώντας ατυχώς να διαφέρουν το ένα από το άλλο με ολόϊδιες πρωτότυπες ιδέες, μπαίνοντας στο 500 με το άσπρο δερμάτινο τιμόνι και το άσπρο γυαλιστερό ταμπλώ, απλώς σου φτιάχνει η διάθεση, ακόμα κι αν είσαι μποτιλιαρισμένος.
Ανοίγεις και το ραδιόφωνο (που παρεμπιπτόντως παίζει καλά και δυνατά), και αν έχεις την τύχη να πέσεις πάνω σε κάτι classic του τύπου “Sapore di sale, sapore di mare, sapore di te”, το σκηνικό έχει δέσει τέλεια, και μπορεί να είσαι μποτιλιαρισμένος, αλλά το φχαριστιέσαι.
Ενας ακόμα λόγος γιά να χαίρεσαι το μποτιλιάρισμα!
Κάνοντας μία μικρή βόλτα 10-20 ή 50 χλμ με το Stop & Start, το μόνο που καταλαβαίνεις είναι ότι το σύστημα λειτουργεί άψογα. Ομως, μετά από μερικές 100άδες χιλιόμετρα κάτω από διάφορες κυκλοφοριακές συνθήκες, προοδευτικά διαπιστώνεις ότι αλλάζεις ή έχεις ήδη αλλάξει κάποιες οδηγικές συνήθειες.
Φθάνοντας στο φανάρι, και αφήνοντας τον συμπλέκτη μόλις βάλεις νεκρά, τσακ, σβήνει. Το ίδιο και στην περίπτωση που έχεις την συνήθεια να πηγαίνεις ρολαριστός με νεκρά μέχρι να φθάσεις, μόλις σταματήσεις σβήνει. Εννοείται ότι δεν σβήνει όσο τσουλάει το αυτοκίνητο...
Μόλις ανάψει το φανάρι, και πατήσεις συμπλέκτη γιά να βάλεις πρώτη, παίρνει αμέσως μπροστά. Δεν χρειάζεται να περιμένεις τίποτα. Και μάλιστα το καταλαβαίνεις μόνο από την μίζα, ή το στροφόμετρο, γιατί το μοτέρ του Fiat 500 δεν ακούγεται καθόλου στο ρελαντί.
Υπάρχει επίσης ένα κουμπί που απενεργοποιεί το Stop & Start, πολύ χρήσιμο όπως διαπιστώνεται αργότερα, που βρίσκεται ακριβώς μπροστά από τον λεβιέ και το φθάνεις με το δάχτυλο χωρίς να αλλάξει θέση το χέρι -οι κυρίες το φθάνουν ευκολότερα με το νύχι του δεξιού δείκτη, του οποίου η βαφή δεν κινδυνεύει (του νυχιού) γιατί είναι πολύ μαλακό (το κουμπί).
Μπαίνεις στο Fiat 500, γυρνάς το κλειδί της μίζας, το ραδιοCD ανάβει μόνο του (Sapore di sale, sapore di mare, sapore di te!), και στο κέντρο του πορτοκαλί στροφόμετρου / ταχύμετρου εμφανίζεται Stop & Start unavailable, αλλά δεν το βλέπεις γιατί αντανακλά ο ήλιος στην άσπρη κολώνα του τιμονιού.
Σε κόβει το πρώτο φανάρι, και περιμένεις να σβήσει. Δεν σβήνει, και νομίζεις ότι χάλασε. Δεν χάλασε, απλώς δεν λειτουργεί αν δεν φθάσει ο κινητήρας στην θερμοκρασία λειτουργίας του... Αυτό είναι το unavailable που είπε πριν η οθόνη.
Περιμένοντας, βλέπεις ότι λειτουργούν τα πάντα. Μπορείς να ανοίξεις το τζάμι να δώσεις κάτι στον πακιστανό που καθαρίζει παρμπρίζ, να βάλεις τους καθαριστήρες γιά να τον διώξεις (τον πακιστανό), ή να κλείσεις τα τζάμια γιά να μη μπούν μέσα οι σαπουνόφουσκες από τα πολυβόλα σαπουνόφουσκας που πουλάει ο άλλος πακιστανός.
Ανάβει πράσινο, και ενώ πας να ξεκινήσεις αφηρημένα, ακούς και την μίζα να γυρίζει... Το είχες ξεχάσει ότι ήταν σβηστό... Πιθανόν περίμενες κάποια καθυστέρηση, και τα σχετικά μανιασμένα κορναρίσματα, αλλά τίποτα, ξεκινάς αμέσως.
Αφηρημένα σταματάς, βγάζεις ταχύτητα, τσακ, σβήνει. Αλλά δεν έπρεπε, γιατί ο μπροστινός ξαναψιλοτσουλάει 1,7 μέτρο. Αντε πάλι, συμπλέκτης, ανάβει, ξεκινάς, ξανασταματάς, ξαναψιλοτσουλάει 2,8 μέτρα, άντε πάλι, κλπ.
Σε αυτή την περίπτωση, μπορείς να κρατήσεις πατημένο τον συμπλέκτη, οπότε δεν σβήνει. Ομως μπορεί να αργήσει να τσουλήσει ο μπροστινός περισσότερο απ’όσο υπολόγισες, οπότε σου ξεραίνεται το πόδι στον συμπλέκτη, αν και δεν είναι σκληρός.
Αυτή είναι μία διαδικασία που γυμνάζει το πόδι, και θα την εκτιμήσουν πολύ οι κυρίες γιατί με τον καιρό θα κάνουν άψογη γάμπα. Βέβαια, θα προκύψει κάποια ασυμμετρία με την δεξιά γάμπα, γιατί το πεντάλ του γκαζιού είναι μαλακό, αλλά αυτό δεν είναι πρόβλημα, γιατί το ζητούμενο σε μία γυναίκα δεν είναι η συμμετρία, αλλά το στυλ και η τσαχπινιά.
Πατώντας το, ανάβει μία πορτοκαλί ένδειξη, παρακάτω λέει Stop & Start disconnected, και ησυχάζεις όσο δεν το χρειάζεσαι.
Η απενεργοποίηση είναι χρήσιμη και σε μία άλλη περίπτωση: Οταν σβήνει η μηχανή, εννοείται ότι δεν δουλεύει το air condition. Το βεντιλατέρ δουλεύει, αλλά με πολύ μειωμένες στροφές γιά να μην καίει ρεύμα (λογικό). Ο αέρας μπορεί να συνεχίζει να είναι σχετικά δροσερός ακόμα, αλλά με τόσο λίγες στροφές στο βεντιλατέρ, αν η ζέστη είναι επιπέδου καύσωνα, απενεργοποιείς το Stop & Start γιά να μην σκάσεις.
Θα περίμενε όμως κανείς να σβήνουν και τα φώτα την νύχτα, όχι βέβαια τα φώτα θέσης γιατί θα ήταν επικίνδυνο, αλλά τα πορείας, και να ανάβουν πάλι όταν αρχίσει να δουλεύει η μηχανή. Αλλά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο...
Η οικονομία βενζίνης που οπωσδήποτε προκύπτει με το Stop & Start, είναι προφανώς τόσο μεγαλύτερη, όσο περισσότερο κινείται το αυτοκίνητο σε συνθήκες μποτιλιαρίσματος κέντρου πόλης (όχι μόνο Αθήνας ή Θεσσαλονίκης, υπάρχει και αλλού, έως παντού τώρα πιά...), δηλαδή εκεί που υπάρχουν φανάρια και τα αυτοκίνητα μένουν σταματημένα γιά ώρα.
Σε συνθήκες μποτιλιαρίσματος εθνικής -πχ- όπου τα αυτοκίνητα κινούνται λίγο-λίγο, συνήθως δεν είναι χρήσιμο, και είναι προτιμότερο να απενεργοποιείται, ή να είναι on-off ανάλογα με τις συνθήκες.
Δεν καταφέραμε τέτοιες καταναλώσεις... Δεν έγινε κανονική μέτρηση από γέμισμα σε γέμισμα που είναι η μόνη ακριβής, αλλά είδαμε απλώς τις τιμές μέσης κατανάλωσης στο trip A και B από τον υπολογιστή του αυτοκινήτου, όμως η ακρίβεια αυτών των υπολογιστών δεν είναι απόλυτα δεδομένη.
Μέσα στην Αθήνα, αλλά γύρω από τον άξονα της παραλιακής που το μποτιλιάρισμα είναι γενικά περιορισμένο, και με το Stop & Start αρκετές φορές απενεργοποιημένο, το Fiat 500 Pur-O2 ισχυριζόταν ότι είχε μέσο όρο 7,2lt/100km.
Στο ταξίδι, σε συνθήκες εθνικής αλλά και επαρχιακών ορεινών και ημιορεινών δρόμων με μέτριους ή σχετικά γρήγορους ρυθμούς, ο μέσος όρος ήταν 5,7lt/100km, και σίγουρα θα μπορούσε να ήταν χαμηλότερος, γιατί γιά να πας μέτρια προς γρήγορα με τον 1.2 των 69hp χρειάζεται αρκετή πίεση το γκάζι με την μεγάλη διαδρομή.
Το Fiat 500 είναι αυτοκίνητο πόλης, και σχεδόν όλες οι πόλεις τώρα πιά είναι γεμάτες φανάρια. Το Pur-O2 είναι ότι πρέπει γιά όποιον κινείται σε τέτοιο περιβάλλον συνεχώς, και δεν τίθεται θέμα τιμής, γιατί κάνει (τιμή Αυγούστου) 13.100€ όταν το αντίστοιχο 1.2 Lounge με το οποίο έχει ίδιο εξοπλισμό κάνει 12.800€.
Η διαφορά είναι αμελητέα, η οικονομία τις ατελείωτες ώρες των φαναριών μπορεί να είναι πολύ σημαντική, και όποτε δεν χρειάζεται κανείς το Stop & Start, απλώς το απενεργοποιεί.
Κωνσταντίνος Χουλιάρας